Mαρίνα Ντούσκα: Επέστρεψε στο Μόναχο πριν 3 χρόνια, στη διάρκεια δηλαδή που είχε κορυφωθεί η δημοσιονομική κρίση στην Ελλάδα και μίλησε μαζί μας για τις Κοινότητες

Η Μαρίνα Ντούσκα γεννήθηκε και μεγάλωσε στην πόλη της Νταχάου, επισκέφτηκε τα ελληνικά σχολεία του Μονάχου και σπούδασε στην Ελλάδα. Με την ολοκλήρωση των σπουδών της παρέμεινε στην Ελλάδα και ασχολήθηκε επαγγελματικά με το αντικείμενο των σπουδών της. Επέστρεψε στο Μόναχο πριν 3 χρόνια, στη διάρκεια δηλαδή που είχε κορυφωθεί η δημοσιονομική κρίση στην Ελλάδα.

 

Μιλήσαμε μαζί της στο πλαίσιο του διαλόγου του Δορυφόρου για τις Κοινότητες.

 

Κυρία Ντούσκα ποια είναι η εικόνα που σχηματίσατε για τον Ελληνισμό του Μονάχου όταν επιστρέψατε στη Γερμανία συγκριτικά με την εικόνα που είχατε όταν πριν χρόνια είχατε φύγει ;

 

Καταρχάς θέλω να σας ευχαριστήσω για την πρόσκληση που μου απευθύνατε και μου δώσατε βήμα ώστε να συμμετάσχω στον διάλογο που έχει ανοίξει, για την λειτουργία της Ελληνικής Κοινότητας Μονάχου. 

Η επιστροφή μου στο Μόναχο, μετά από πολυετή απουσία λόγω σπουδών και εργασίας στην Ελλάδα, μου επιφύλασσε κάποιες δυσάρεστες εκπλήξεις και θα σας εξηγήσω αμέσως τι εννοώ. Η πλειοψηφία της πρώτης και δεύτερης γενιάς Ελλήνων μεταναστών του Μονάχου και της ευρύτερης περιοχής σίγουρα θα θυμούνται, τη μαζικότητα των συλλόγων τις δεκαετίας του ’70,’80 και ΄90. Ερμηνεύεται κυρίως, κατά τη δική μου άποψη, ως η ανάγκη που είχανε οι άνθρωποι τότε να συναναστραφούν με ομοεθνείς τους, να ανταλλάξουν απόψεις, να κρατήσουν ζωντανούς τους δεσμούς με την πατρίδα, να ξεφύγουν έστω για λίγο από μια δύσκολη καθημερινότητα κλπ. ήτανε κάποιοι από τους λόγους ώστε να υπάρχει αρκετά μεγάλος αριθμός συλλόγων και ενεργών μελών. Με την πάροδο του χρόνου αυτή η ανάγκη της εύρεσης με συντοπίτες εξασθένησε, κυρίως θα έλεγα λόγω της ηλικιακής αύξησης του πληθυσμού, της αδιαφορίας των νεότερων να διατηρήσουν αυτούς τους δεσμούς ενεργούς, της έλλειψης κινήτρου ενασχόλησης με τα κοινά, αλλά και άλλων παραγόντων.  

Τα τελευταία χρόνια η εικόνα που αποκομίζει κανείς είναι στενάχωρη. Ενώ ο Ελληνισμός του Μονάχου συγκαταλέγεται σε μια από τις μεγαλύτερες παροικίες της Ευρώπης, οι δράσεις και η συμμετοχή των Ελλήνων σε συλλογικότητες είναι αντιστρόφως ανάλογη. Διαβλέπει κανείς μια γενικότερη απαξίωση σχεδόν όλων των συλλόγων, παντελείς έλλειψη μαζικότητας, αδυναμία διεκδίκησης αιτημάτων υπέρ του ελληνισμού από τους γερμανικούς και ελληνικούς φορείς, εικόνα εγκατάλειψης των ελληνικών σχολείων και γενικότερα έναν ωχαδερφισμό από μεγάλη μερίδα συμπολιτών μας. Από την άλλη μεριά υπάρχει και μια μικρή μερίδα συμπολιτών μας, που προσπαθούν με δράσεις να κρατήσουν την συνοχή της κοινωνίας και  να ενεργοποιήσουν κομμάτια του Ελληνισμού.

Όπως γίνεται αντιληπτό από τα παραπάνω, η εικόνα του Ελληνισμού του Μονάχου δυστυχώς είναι αποκαρδιωτική και χρειάζεται πολλή δουλειά ώστε σε βάθος χρόνου αυτή να αντιστραφεί. 

 

Επικρατεί η άποψη ότι οι ακαδημαϊκοί νέο-μετανάστες αντιμετώπισαν πολύ λιγότερα προβλήματα από όσα όσοι δεν είχαν κάποιο ακαδημαϊκό τίτλο και προσαρμόστηκαν πολύ πιο γρήγορα. Αν ισχύει αυτό, εσείς που γνωρίζατε και τη γλώσσα πρέπει να μην είχατε ιδιαίτερα προβλήματα. Ήταν έτσι ;

 

Πριν απαντήσω στο ερώτημα σας, θα ήθελα να κάνω μια μικρή επισήμανση. Κατά την άποψη μου ο όρος «νέο-μετανάστης» είναι αδόκιμος, καθώς με την χρήση του διαχωρίζουμε τους μετανάστες σε δύο κατηγορίες, δημιουργώντας κατά αυτόν τον τρόπο ένα δίπολο και μια τεχνητή ένταση άνευ λόγου και ουσίας. 

Ερχόμενη τώρα στο ερώτημα σας, θέλω να σας πω ότι η μετανάστευση γενικώς εμπεριέχει μια πλειάδα προβλημάτων, ασχέτως αν κάποιος διαθέτει ακαδημαϊκό τίτλο ή όχι. Είναι ουσιαστικά για όλους ένας μικρός ξεριζωμός, καθώς σχεδόν κανείς δεν φεύγει από την πατρίδα του οικειοθελώς, αλλά ως επί τω πλείστον εξωγενείς παράγοντες είναι αυτοί που καθορίζουν το φευγιό ενός ανθρώπου. Η εύρεση κατοικίας και εργασίας, οι νέες συνθήκες εργασίας και στέγασης, η αγωνία για το άγνωστο, η δημιουργία εκείνων των προϋποθέσεων ώστε να ακολουθήσει σε μεταγενέστερο στάδιο η οικογένεια από την Ελλάδα, η μόρφωση και εκπαίδευση των παιδιών, η ενσωμάτωση στην τοπική κοινωνία, η πολυπολιτισμικότητα κ.α. είναι κάποια από τα κοινά προβλήματα που ταλανίζουν τους μετανάστες.

 

 Όσο αφορά τους μετανάστες με κάποιο ακαδημαϊκό τίτλο, η γρήγορη ή όχι προσαρμογή δε μπορεί να απαντηθεί αβίαστα με ένα Ναι ή ένα Όχι. Κανείς δε μπορεί να ισχυριστεί ότι αντιμετωπίσανε ή αντιμετωπίζουν λιγότερα προβλήματα, αλλά η φύση κάποιων προβλημάτων διαφέρει. Θα μπορούσα εδώ να αναφέρω ως παράδειγμα την επιλογή και εύρεση εργασίας, καθώς αναζητούν θέσεις με εξειδίκευση, συναφείς με το αντικείμενο σπουδών τους και με προοπτική επαγγελματικής και μισθολογικής ανέλιξης.  Αυτό αυτόματα δημιουργεί ένα άλλο status quo σε σχέση με τους υπόλοιπους ανειδίκευτους μετανάστες. Επιπλέον η γνώση ξένων γλωσσών δημιουργεί ελαχιστοποίηση των οποιοδήποτε περιορισμών. Εν κατακλείδι ανεξαρτήτως μορφωτικού επιπέδου, όσο πιο προετοιμασμένος πάει κάποιος σε μια ξένη χώρα, τόσο πιο εύκολα θα μπορέσει να προσαρμοστεί και να ξεκινήσει τη νέα ζωή.

 

Προσωπικά η γνώση της γλώσσας, μου εξοικονόμησε πολύτιμο χρόνο στην εύρεση εργασίας, διευκόλυνε τις διάφορες συναλλαγές και την καθημερινότητα μου γενικότερα. Πάραυτα η εύρεση κατοικίας, οξύ πρόβλημα στην πόλη του Μονάχου, ήταν μια από τις σημαντικότερες δυσκολίες που αντιμετώπισα με την έλευση μου στην πόλη, αλλά χάρη στην συνδρομή καλών φίλων μπόρεσα σχετικά σύντομα να λύσω το πρόβλημα της στέγης. Ξέρετε, η προσαρμογή γενικότερα σε μια άλλη χώρα δεν είναι κάτι στατικό αλλά είναι μια συνεχής διαδικασία και προσπάθεια, οπότε και εγώ συνεχίζω ακόμη να βρίσκομαι σε μια όμορφη διαδικασία προσαρμογής στα νέα δεδομένα.  

 

 

Όταν ξεκινήσατε τη ζωή σας στην Ελλάδα αφήσατε "πίσω" μαζικές Κοινότητες και δραστήριες. Σήμερα ποια άποψη έχετε ; Υπάρχει ανάγκη να υπάρχουν Κοινότητες; Πως πιστεύετε πρέπει να λειτουργεί μια Κοινότητα για να ενδιαφερθεί και να συμμετέχει ο Έλληνας ; 

 

Είναι ακριβώς όπως το λέτε. Οι Κοινότητες του παρελθόντος είχανε ως χαρακτηριστικό την μαζική συμμετοχή του Ελληνισμού, μέσω διάφορων δράσεων και δραστηριοτήτων. Όπως προανέφερα, τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια γενικότερη απαξίωση των συλλογικοτήτων και την ενασχόληση με τα κοινά, με αποτέλεσμα μια από τις μεγαλύτερες ελληνικές κοινότητες της Ευρώπης να μην έχει φωνή εκπροσώπησης. Αναντίρρητα η ύπαρξη θεσμικής εκπροσώπησης των περίπου 30.000 Ελλήνων του Μονάχου είναι επιτακτική ανάγκη και θα πρέπει να δοθεί άμεσα λύση. 

Μια συλλογικότητα, μια Κοινότητα οφείλει πρώτα απ’ όλα να είναι ανοιχτή σε όλους. Ο ρόλος της οφείλει να είναι υποστηρικτικός και συνάμα καθοδηγητικός. Θα πρέπει να λειτουργεί ως θερμοκήπιο ιδεών και δράσεων, ένας φάρος Ελληνισμού όχι μόνο των συμπατριωτών μας που διαμένουν στο Μόναχο αλλά και αυτών της υπόλοιπης Ευρώπης. Οι διάφορες δράσεις θα πρέπει να αφορούν την πλειοψηφία των Ελλήνων του Μονάχου, να είναι ουσιαστικά τέτοιες που θα κεντρίσουν το ενδιαφέρον και θα κινητοποιήσουν. Η διαφάνεια σε όλα τα επίπεδα λειτουργίας της Κοινότητας, η οικονομική αυτονομία μέσω συνδρομών των μελών της, η καθολική συμμετοχή όλων των μελών στην εκλογή των Οργάνων κλπ. είναι μόνο κάποιες από τις προϋποθέσεις που θα εξασφαλίζουν την αδέκαστη λειτουργία της. Η ενασχόληση με τα κοινά θα πρέπει να έχει ως προϋπόθεση την προσφορά στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο και όχι την προσωπική προβολή των εμπλεκομένων, γι’ αυτό και άνθρωποι που θα ασχοληθούν με αυτό το εγχείρημα θα πρέπει να έχουν αυτό κατά νου, καθώς σε διαφορετική περίπτωση υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να στεφτεί η όλη προσπάθεια με αποτυχία, πράγμα λυπηρό. 

 

Τι από όλα τα παρακάτω χαρακτηριστικά πρέπει να έχει μια Κοινότητα:

Κοινωνικά, Πολιτιστικά, Πολιτικά, Συντονιστικά (όσον αφορά τους συλλόγους)

 

Μια Κοινότητα είναι ένας ζωντανός οργανισμός, όπου άνθρωποι με διαφορετικό μορφωτικό, κοινωνικό, οικονομικό υπόβαθρο θα πρέπει να συντονιστούν, να συζητούν και να παίρνουν αποφάσεις ώστε να προκύπτει το βέλτιστο αποτέλεσμα για το κοινωνικό σύνολο. 

Θεωρώ πως όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά είναι απαραίτητα για την εύρυθμη λειτουργία μιας Κοινότητας. Δραστηριότητες κοινωνικές, πολιτιστικές αφορούν μεγάλη μερίδα συμπολιτών μας και αναντίρρητα θα κεντρίσουν το ενδιαφέρον τους. Επιπλέον μέσω των πολιτικών δράσεων, να διευκρινίσουμε σε αυτό το σημείο ότι οι πολιτικές δράσεις δεν θα πρέπει να συγχέονται με κομματικές δράσεις οι οποίες σαφώς δεν έχουν χώρο σε αυτή την προσπάθεια, θα μπορούν να διεκδικηθούν διάφορα αιτήματα του Ελληνισμού από γερμανικούς και ελληνικούς φορείς. Τέλος επικουρικά η Κοινότητα θα μπορούσε εν γένει να έχει και έναν διακριτό συντονιστικό ρόλο όσο αφορά τους διάφορους ελληνικούς συλλόγους, χωρίς να εμπλέκεται στην εσωτερική λειτουργία αυτών. 

 

Εσείς συμμετέχετε σε δράσεις άλλων φορέων/συλλόγων στο Μόναχο που δεν είναι Ελληνικοί ; 

 

Ως ενεργός πολίτης έχω επιλέξει να συμμετέχω σε δράσεις και φορείς της πόλης μου. Η ενσωμάτωση σε μια διαφορετική κοινωνία και κουλτούρα είναι αναπόσπαστο κομμάτι μιας συνεχούς διαδικασίας ένταξης, σεβόμενη πάντα την αμοιβαία διαφορετικότητα που φέρει ο καθένας από εμάς συμμετέχοντας σε μη ελληνικούς συλλόγους και φορείς. Οι δράσεις σε ένα πολυπολιτισμικό περιβάλλον ευνοούν τη γνώση και κατανόηση των πολιτισμικών διαφορών, αλλά συγχρόνως γίνονται αντιληπτά και τα κοινά χαρακτηριστικά των ανθρώπων ανεξαρτήτου γεωγραφικής προέλευσης, εθνικότητας και θρησκείας. Η συμμετοχή σε μη ελληνικούς φορείς είναι σαφώς ένα μάθημα ζωής και αξίζει κανείς να το ζει.

 

Η Κοινότητα θα πρέπει να είναι ανοιχτή ή να περιοριστεί αποκλειστικά στον Ελληνισμό; 

 

Είναι σαφές φαντάζομαι από τα προαναφερθέντα, ότι τάσσομαι ξεκάθαρα υπέρ της ανοιχτότητας και επικροτώ οποιαδήποτε προσπάθεια γίνεται, ώστε άνθρωποι με διαφορετική προέλευση, θρησκεία, εθνικότητα, κουλτούρα γίνουν κοινωνοί της ελληνικής παράδοσης και της ελληνικής κουλτούρας γενικότερα. Η περιχαράκωση και εσωστρέφεια οδηγεί συνήθως σε μαρασμό και σε άδοξο τέλος. Κλείνοντας είμαι πεπεισμένη, πως μέσα από το διάλογο και τη ζύμωση όλων των εμπλεκομένων θα προκύψει εκείνο το σχήμα διοίκησης και οργάνωσης της Κοινότητας που θα ανταποκρίνεται στις τρέχουσες ανάγκες του Ελληνισμού και όχι μόνο.